φρυγίας

φρυγίας
φρυγίᾱς , φρύγιος
dry
fem acc pl
φρυγίᾱς , φρύγιος
dry
fem gen sg (attic doric aeolic)
φρυγίᾱς , φρυγία
female roaster
fem acc pl
φρυγίᾱς , φρυγία
female roaster
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Φρυγίας — Φρυγίᾱς , Φρύγιος dry fem acc pl Φρυγίᾱς , Φρύγιος dry fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

  • PACATIANA — secundum quosdam Phrygiae maioris pars. Videntur enim recentiores ex Phrygia Magna duas fecisse provincias, primam et secundam, quarum prima Pacatiana, secunda Salistaris; at quae Phrygia Minor olim dicta est, Troadem dicere maluisse. Certe… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PUBLIUS Proconsul — memoratur Constantino, l. 1. de Themat. et Inscr. cuiusdam monumenti Smyrnae, quae sic habuit, Πούβλιος ἀνθύπατος ἄρχων Ι᾿ωνίας, Φρυγίας, Αἰολίδος, Μηονίας, Λυδίας, Ε῾λλησπόντου, Μυσίας, Βιθυνίας, Ταρσίας, Γαλατίας, Μαριανδυιῶν, Πόντου,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SALUS — I. SALUS Dea credita. Fingebatur in solio sedens, cum patera, penes quam ara: cui anguis involutus, caput attollens, unde Salutaris porta Romae appellata, ab huius Deae aede, quae proxima fuit. Nic, Lloydius. Graecis Υ῾γεία Aegyptiorum Isis est,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Μίδας — I Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε μαζί με τους Μακρόβιο, Αφροδίσιο, Bαλεριανό, Λεόντιο κ.ά. Η μνήμη του τιμάται στις 4 Μαΐου. II Μυθικός βασιλιάς της Φρυγίας με τον οποίο συνδέονται διάφορες μυθικές παραδόσεις. Η πιο γνωστή… …   Dictionary of Greek

  • Τάνταλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Φρυγίας και της Λυδίας, πατέρας του Πέλοπα, του επώνυμου ήρωα της Πελοποννήσου. Ήταν κυρίως γνωστός για το μαρτύριο στο οποίο υποβλήθηκε στον Άδη, όπου τον βασάνιζαν αιώνια η πείνα και η δίψα· ήταν… …   Dictionary of Greek

  • γόρδιος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται ωςοικιστής της αρχαίας Φρυγίας. Κατά την παράδοση, ήταν φτωχός γεωργός που, καθώς καλλιεργούσε τον αγρό του, είδε να κάθεται πάνω στο άροτρό του ένας αετός. Μια νέα μάντισσα της Τελμησσού τον παρακίνησε να… …   Dictionary of Greek

  • κυβέλη — I Θεότητα της Φρυγίας και της Λυδίας κατά την αρχαιότητα, η λατρεία της οποίας εξαπλώθηκε και στον ελλαδικό χώρο. Επρόκειτο για ένα ανώτατο ον θηλυκού γένους, ένα ασιατικό αντίστοιχο της Μεγάλης Μητέρας Θεάς. Περιστοιχιζόταν από τον Ουρανό, τον… …   Dictionary of Greek

  • Αβέρκιος — Όνομα δύο μαρτύρων και ενός αγίου της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Θεωρείται γιος του αποστόλου Ιάκωβου του Αλφαίου, ενός από τους δώδεκα μαθητές. Έγινε χριστιανός και πήρε το όνομα Α., ακολουθώντας τις συμβουλές του πατέρα του και του θείου του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”